ο Κώστας Σακκάς είμαι εγώ

είσαι εσύ, είμαστε όλοι. Το έχεις καταλάβει για να διαβάζεις ένα ποστ με αυτόν τον τίτλο. (Επίσης φαντάζομαι δεν είμαι η πρώτη που το γράφω.) Ο Κώστας Σακκάς λοιπόν είμαι και εγώ, όχι μόνο γιατί μπορεί να με συλλάβει, χωρίς πραγματική αιτιολογία, το εκάστοτε σύστημα γιατί διαφωνώ/αντιτίθεμαι σε αυτό, αλλά γιατί έχω τη δύναμη να το πολεμήσω μέχρι τέλους. Την έχω τη δύναμη. Όλοι μας την έχουμε. Το θέμα είναι να το δούμε. Και μετά όλα έχουν άλλη βαρύτητα και σημασία. Μετά όλα ειναι «Γερά μέχρι τη νίκη. Μέχρι το τέλος ρε». Γιατί τι σημασία έχει η ζωή (και το τέλος) όταν το αφήνεις στους άλλους και δεν το κρατάς στα χέρια σου;

(Στον Κώστα, θα ήθελα να πω ευχαριστώ για το πόσο σέβεται τη ζωή)


Οι «πριμαντόνες» των social media

ή αλλιώς «είμαι εδώ για να μου δίνετε προσοχή και να κάνετε/λέτε μόνο αυτά που αντέχω να ακούσω».

Θυμάμαι πριν πολλά χρόνια είχα μία συνάδελφο, η οποία δεν ακουγόταν ποτέ παρά μόνο τον ένα μήνα που έσκαγε η ετήσια παρουσίαση του πελάτη της. Τότε όλη η εταιρία ασχολιόταν με το άγχος και την υστερία της (ότι έχει πάρα πολύ δουλειά και δεν θα προλάβει και χριστέ και παναγιά τι κακό τη βρήκε) και οι υπόλοιποι απλά ευχόμασταν να φύγει αυτή ή ο πελάτης.
Αυτήν θυμάμαι, για κάποιο λόγο ανεξήγητο ομολογώ, κάθε φορά που κάποιοι χρησιμοποιούν τα social media για να πετάνε τον εμετούλη τους δεξιά και αριστερά όταν θεωρούν πως κάτι δε γίνεται/ειπώνεται με τον τρόπο που αυτοί το είχαν στο μικρό, ημι-ανεπτυγμένο μυαλουδάκι τους. Είναι οι ίδιοι που όταν αισθανθούν ότι κάτι τους «θίγει» – μακάρι και να ήξεραν ποιες είναι πραγματικά οι αξίες τους για να θιχτούν, ξεχνούν τα γαστρικά υγρά που μας πέταξαν στη μούρη και αρχίζουν να γράφουν περί κοσμιότητας και σωστής συμεριφοράς των άλλων.

(παρακαλώ κάντε λίγο στην άκρη. κλέβετε χρόνο και ενέργεια από τους άλλους που δεν γκρινιάζουν)


Και μετά;

Διαβάζω από το πρωί πολλά παράπονα και γκρίνιες για την ομφαλοσκόπηση που κάνουν οι πρώην εργαζόμενοι της ΕΡΤ και ότι δεν αποκαλύπτουν σκάνδαλα, δεν εκθέτουν καταστάσεις, δε δίνουν βήμα στον κόσμο που είναι εκεί και τους στηρίζει.
Να επαναστατήσουν μέσα σε 3 μέρες και να φτάσουν στο επίπεδο αντίδρασης που κάποιοι άλλοι έχουν φτάσει.
Άνθρωποι που, στην πλειοψηφία τους, ζουν μέσα στο σύστημα και δεν το έχουν αμφισβητήσει ποτέ έως τώρα, ή μπορεί και ακόμη και τώρα να μην μπορούν να δουν/ παραδεχτούν ότι πρέπει να το αμφισβητήσουν.
Άνθρωποι που τρομάζουν που βλέπουν αναρχικούς, στο προαύλιο του κτηρίου, να είναι εκεί και να τους στηρίζουν, αντί να «τα σπάνε ή να δημιουργούν μπάχαλα».
Άνθρωποι που προσπαθούν ακόμη να χωνέψουν ότι το όνειρο της μόνιμης δουλειάς, που πάσχισαν είτε με την αξία τους είτε με μέσο, γλείψιμο, κλ.π., να αποκτήσουν χάθηκε.
Άνθρωποι που δεν έχουν κατανοήσει τι «όπλο» κρατάνε στα χέρια τους και ποια είναι η δύναμή του.
Δε θέλω να δικαιολογήσω κανέναν για καμία του επιλογή και απόφαση να ζει μέσα στο κουτάκι που έφτιαξε ή έφτιαξαν άλλοι για αυτόν. Όπως θέλετε το λέτε.
Ας πούμε λοιπόν, ότι αυτοί οι άνθρωποι, κάνουν το μεγάλο βήμα και αποκαλύπτουν όλες τις βρωμιές, μας δίνουν βήμα να μιλήσουμε και αποκαλύπτουν, επιτέλους, στον κόσμο τις αλήθειες που κρύβονταν όλα αυτά τα χρόνια.
Όλοι εμείς που τα ζητάμε όλα αυτά πόσο έτοιμοι είμαστε να το πάμε παρακάτω όλο αυτό; Πόσο έτοιμοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε ανοιχτά όλες τις αλήθειες, όταν δεν έχουμε τη θέληση να μπούμε έστω και για 2 λεπτά στα παπούτσια του άλλου και να δούμε τη ζωή από τη δική του θέση; Που δεν έχουμε το κουράγιο να παραδεχτούμε ότι ακόμη κι αν είχαμε εμείς οι «έξω» αυτό το όπλο στα χέρια μας, πάλι «σκατά» θα τα κάναμε; Όταν εξακολουθούμε να λειτουργούμε με ότι καπέλο έχουμε αποφασίσει να φοράμε και όποιος άλλος δε φοράει το ίδιο καπέλο με εμάς είναι, έστω και λίγο, εχθρός μας;

(μήπως το κλείσιμο της ΕΡΤ είναι η ωραιότερη αφορμή που μας δόθηκε να κάνουμε όλοι την ομφαλοσκόπησή μας, αντί να κράζουμε των άλλων;)


Κι όμως

Κόλλησα κι εγώ το γνωστό (πλέον) αντιφασιστικό αυτοκόλλητο στο μπακπάκ μου. Και σκεφτόμουν ότι αν είναι να μου «έρθει κάτι» θα μου έρθει από πίσω.. Σήμερα λοιπόν το πρωί, την ώρα που ανέβαινα τις κυλιόμενες σκάλες στο μετρό στο Μοναστηράκι, έπιασε η ματιά μου έναν κύριο να τρέχει να προλάβει να μπει μπροστά μου. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Εξάλλου είναι αρκετοί αυτοί που προσπαθούν να σε προσπεράσουν στις κυλιόμενες σκάλες του μετρό. Μέχρι που γύρισε χαμογελαστός και μου είπε: «τέλειο αυτό που γράφει η τσάντα σου».

20130528-235447.jpg


Περί κατάργησης του «νόμου Ραγκούση»

Διάβασα σήμερα ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας καταψήφισε το νόμο Ραγκούση (ακόμη και τις διατάξεις που ενσωμάτωναν τα υπό προϋποθέσεις αιτήματα των μεταναστών). Ετσι λοιπόν κανένα παιδί μετανάστη δε θα αποκτήσει ποτέ ελληνική ιθαγένεια.
Έχω λοιπόν να κάνω μια ερώτηση κ μια έκκληση.
Η ερώτηση είναι απλή κ σίγουρα όχι ευφάνταστη: όταν λέμε μετανάστες εννοούμε και το γάλλο φίλο μου που έχει μετοικίσει στην Ελλάδα και εχει κάνει πρόσφατα παιδί;
Η δε έκκληση αφορά σε όλα τα κράτη που υπάρχουν έλληνες της διασποράς και είναι επίσης απλή και σίγουρα δίκαιη: παρακαλώ να απορριφθεί το δικαίωμα ιθαγένειας που τους εχει δοθεί και να αναγκαστούν να επιστρέψουν στη χώρα τους. Και αυτοί και τα παιδιά τους.


Με λένε Μιχάλη…

Με λένε Μιχάλη….


Αλαζονεία

Καταφέραμε να φτάσουμε στο ύστατο σημείο του «ο σώζων ευατό σωθήτω». Κάποιοι θα προτιμήσετε να πείτε δεν το καταφέραμε μόνοι μας. «Κατάφεραν να μας φτάσουν.» (Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύω ότι η επιλογή των λέξεων και το πώς τις χρησιμοποιούμε, είναι πολύ σημαντικός όχι τόσο για το πώς εκφραζόμαστε αλλά για τον τρόπο που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε.)
Θα επιμείνω λοιπόν στο «καταφέραμε». Πιστεύουμε ότι αν σώσουμε τον εαυτό μας, όλα θα λειτουργούν όπως και πριν. Τη στιγμή που βρισκόμαστε σε κρίση (δεν εννοώ την οικονομική, ενοοώ αυτή του προσωπικού «πανικού») δεν μπαίνουμε στη διαδικασία σκέψης ότι είμαστε μέρος ενός συνόλου (κοινωνία, hello!), η οποία για να λειτουργήσει πρέπει να έχει από ένα μικρό κομμάτι του καθένα μας.
Παραθέτω κάποια τυχαία παραδείγματα:
1. αλλάζουν οι συνθήκες στη δουλειά και προσπαθούμε να αρπάξουμε όσα πιο πολλά μπορούμε ώστε να επιμηκύνουμε όσο γίνεται περισσότερο τον τρόπο τον οποίο ζούσαμε. Να καβατζώσουμε τη θεσούλα μας. Να τη διασφαλίσουμε (στο πιο επαγγελματικό του). Μόνοι μας. Για την πάρτη μας. Αν διαλύσουν την ομάδα που δουλεύαμε, δε θα έχουμε καβατζώσει τίποτα. Αυτός που φεύγει είναι σε χειρότερη θέση από εμάς. Και είναι. Κι εμείς τυχεροί που μένουμε. Πόσο τυχεροί; Απλά δε βλέπουμε ότι όταν θα κάνουμε και τη δουλειά του, μπαίνουμε αυτόματα σε χειρότερη θέση από αυτή που «διασφαλίσαμε». Ότι όταν είμασταν «μαζί» είχαμε μεγαλύτερη δύναμη και αποτελεσματικότητα.
2. δε μας νοιάζει αν κλείνει το μαγαζί δίπλα μας. Μας νοιάζει ότι εμείς εξακολουθούμε να λειτουργούμε κανονικά. Κανονικά; Αλήθεια; Αναλογιζόμαστε ότι σε μία περιοχή που σιγά-σιγά ερημώνει, το πέρασμα του κόσμου δε θα είναι πια το ίδιο;

Πάντα ήμασταν έτσι. Έτσι λειτουργούσαμε. Απλά τώρα όλο αυτό, λόγο της οικονομικής κρίσης μεγάλωσε και γιγαντώθηκε. Και πλέον το έχουμε κάνει σημαία μας, ότι έτσι πρέπει να πράξουμε για την»επιβίωσή» μας. Και έχουμε βρει μία ακόμη καλή δικαιολογία για τον εαυτό μας. Και μόνο.

Είμαστε απλά αλαζόνες. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να ζήσουμε ή (ακόμη χειρότερα εδώ που έχει φτάσει η κατάσταση) να επιβιώσουμε μόνοι μας. «Ας είμαι καλά εγώ και δεν πα να ψοφίσετε οι υπόλοιποι.»
Είναι αδύνατο για τον τεράστιο, καλοαναθρεμένο εγωισμό μας να παραδεχτούμε ότι είμαστε κρίκοι σε μία αλυσίδα και όταν σπάσει ο δίπλα κρίκος από εμάς θα βρεθούμε να κρεμόμαστε μετέωροι.

Καλό ψόφο μας εύχομαι και καλά σαράντα.


ο ροζ ελέφαντας

Θεωρώ ότι ζούμε ίσως στην πιο κατευθυνόμενη εποχή μετά τις Σταυροφορίες. Οι μόνες διαφορές είναι ότι θρησκεία είναι πλέον το χρήμα και ότι ως μάγισσες ονοματίζονται/χαρακτηρίζονται (κατά περίπτωση) οι πάσης φύσεως «αντισυστημικοί». Αν δεν συμπράττεις με το όποιο σύστημα θα ριχτείς στην πυρά παρουσία όλων (κυριολεκτικά μέσω των ΜΜΕ) για παραδειγματισμό και στο τέλος όλοι θα πανηγυρίσουν ανακουφισμένοι που σώθηκαν. Κάποιοι, αν τους δοθεί η ευκαιρία, θα έρθουν να φτύσουν στις στάχτες σου για να εκτονώσουν και την τελευταία ρανίδα θυμού τους, που προσπάθησες να τους μολύνεις και να τους ταράξεις τη ζωή.

Δεν είμαι τρομολάγνος, αλλά σήμερα το πρωί έμαθα ότι, κάπου στον ουρανό της Ελλάδας, εντοπίστηκε να πετάει ένας – αόρατος με γυμνό μάτι – τεράστιος ροζ ελέφαντας, ο οποίος χέζει κάτι τεράστιες πορτοκαλοκίτρινες κουράδες.
Καθώς ο τεράστιος ροζ ελέφαντας είναι σοφός, οι τεράστιες πορτοκαλοκίτρινες κουράδες θα καταλήγουν μόνο σε όσους δεν μπορούν να τον δουν.
ΠΡΟΣΟΧΗ όμως! Ούτε οι τεράστιες πορτοκαλοκίτρινες κουράδες φαίνονται με γυμνό μάτι. Παρόλα αυτά όποιος εντοπιστεί με λεκέ πορτοκαλοκίτρινης κουράδας επάνω του, θα χαρακτηρίζεται ως μολυσμένος και θα συλλαμβάνεται επί τόπου.
Ο νοών νοείτω.


χωρίς αίμα

«Πώς τολμάς και προχωράς εκεί έξω και στέκεσαι χωρίς εμένα; Εμένα που έδωσα τη ζωή μου να σε μεγαλώσω. Τα καλύτερά μου χρόνια. Που δεν ήξερα πώς θα είναι όλο αυτό. Που ζούσα με την ελπίδα ότι πάντα θα μου ανήκεις. Γιατί μου ανήκεις. Θες δε θες. Σε μένα το χρωστάς που είσαι αυτή τη στιγμή εδώ. Κι ας μην ήξερα πώς θα είναι όλο αυτό τότε. Πού θα στηριχτώ εγώ τώρα που αποφάσισες να φύγεις; Πώς μπορεί να μην είμαι εγώ ακόμη ο πιο σημαντικός άνθρωπος για σένα; Να είσαι εδώ όποτε εγώ έχω ανάγκη να στηριχτώ κάπου; Μου χρωστάς. Μου χρωστάς τη δική μου στέρηση στην ευχαρίστηση. Τον δικό μου κρίνο. Κι έχεις να σηκώσεις το σταυρό σου για αυτό. Το σταυρό που σήκωσα κι εγώ πριν από σένα. Να μου δώσεις εσύ την αγκαλιά που κι εγώ στερήθηκα. Κι ας μην στην έδωσα ποτέ. Πώς να στη δώσω; Αφού δεν ήξερα. Δεν έμαθα πώς είναι να σε παίρνουν αγκαλιά. Και αλήθεια είναι πώς δεν προσπάθησα ποτέ να με αγκαλιάσω ούτε εγώ. Πώς να αγαπήσεις τον εαυτό σου όταν προσπαθείς από τα μικράτα σου να κοιτάξεις τον άλλο στα μάτια κι αυτός σε αποφεύγει; Γιατί φοβάται, μην τον προδώσουν τα δικά του μάτια; Αυτήν την αγκαλιά που δεν πήρα την περιμένω από σένα. Και θα την περιμένω πάντα. Γιατί όταν ήσουν μικρό παιδί αυτό έκανα. Έπαιρνα τις αγκαλιές που εσύ φειδωλά μου μοίραζες. Αγνές αγκαλίες. Γεμάτες συναίσθημα. Ατόφιο συναίσθημα. Αυθόρμητο. Χωρίς να μου ζητάς κάτι πίσω. Αυτό που διψούσα κι εγώ να πάρω και δεν το κατάφερα ποτέ. Αυτό που αισθανόμουν ότι οι άλλοι έπαιρναν απλόχερα από μένα. Σα να με ρουφούσαν. Και με ρουφούσαν. Και έμεινα στη ζωή χωρίς στάλα αίμα. Και ξαφνικά ήρθες εσύ και άρχισα να ζωντανεύω. Άρχισαν να ξαναγεμίζουν αίμα οι φλέβες μου. Πώς τολμάς λοιπόν και φεύγεις; Πώς με αφήνεις να αδειάσω ξανά; Πρέπει να μείνεις εδώ και να με στηρίξεις. Να μου δώσεις το αίμα που χρειάζομαι. Έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ζήσεις κι εσύ χωρίς αίμα.»


προσωπική ευθύνη

Όπως συμβαίνει συχνά, σε όλους που ασχολούνται ή έχουν μπλογκ, μπήκα και έγραψα σχόλια σε πόστ που ανέβασε πρόσφατα μια φίλη και έβαλα το (μαγικό) τσεκ στο να λάμβανω τα σχόλια που αναρτώνται για το εν λόγω πόστ. Ένα από αυτά τα σχόλια είναι ο λόγος που με έκανε να γράψω σήμερα αυτό που διαβάζετε.
Μπήκε λοιπόν μια κοπέλα και με αφορμή το πόσο οι άνθρωποι γύρω μας, δεν ασχολούνται με το αν ζεις ή αν πεθαίνεις -είτε σου έχει συμβεί κάτι είτε όχι, δεν είναι αυτό το θέμα- έγραψε (ακριβής μεταφορά): «Γιά κάποια στιγμή σκέφτηκα «μπα μιθοπλασία θα’ναι» αλλά μετά απο δευτερόλεπτά μου’ ρθαν στο μυαλό οι αναμνήσεις απο τις διακοπές μου το καλοκαίρι του 7 που λόγο των κυμμάτων παραλίγο να πνιγώ στην Σάμο κ ενώ ήμουν ένα βήμα απο την ακτή τα κύματα με τράβαγαν κάτω κ κανείς δεν με βοηθούσε! Το αγόρι μου προσπαθούσε να με φτάσει γιατί ήταν πιο μέσα κ δεν μπορούσε. Δεν ξέρω καλό κολύμπι γιαυτό κ πήγα να βγώ, γιατί ένοιωθα οτι δεν το’χα. Αφού τα κύμματα με τράβηξαν τρεις φορές στον βυθό κ γθάρθιηα όπου υπήρχε δέρμα.. την τέταρτη φορά μεφτασε. Νόμιζα οτι θα πεθάνω. Δεν κουνήθηκε άνθρωπος. Ανέβηκα τις σκάλες στο κοντινό ταβερνάκι κ ζήτησα το νούμερο του ραδιοταξί. Η απάντηση? ‘Δεν θα’ρθουν τέτοια ώρα’. Με κοίταζαν απο πάνω μέχρι κάτω λες κ ήμουν πουτάνα. Δεν έχω νοιώσει μεγαλύτερη ξεφτίλα στη ζωή μου! Μετά απο αυτές τις σκέψεις.. ναι δεν θα μου κανε εντύπωση να’ναι αλήθεια!».
Δέχομαι λοιπόν ότι είμαστε απάνθρωποι και αδιάφοροι. Δε θέλουμε να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας. Όχι δεν μπορούμε. Δε θέλουμε. Το δέχομαι.

Θα ήθελα όμως να θέσω το εξής ερώτημα: για ποιο καλό λόγο, ένας άνθρωπος, ο οποίος (στην προκειμένη πάντα περίπτωση) δε γνωρίζει καλό μπάνιο, μπαίνει στη θάλασσα με κύμα και του φταίει ο άλλος (ο όποιος άλλος και ο σύντροφός του ακόμη) που δε δείχνει την προθυμία να πάει να τον σώσει; Με πόση επίγνωση, του πόσο καλός κολυμβητής είναι, μπήκε στη θάλασσα; Πώς ρίχνει ευθύνες στους υπόλοιπους όταν δεν έχει εξ αρχής πάρει τη δική του ευθύνη; Γνωρίζει – ως μέτριος κολυμβητής, τι σημαίνει προσπαθώ να σώσω κάποιον που πνίγεται και πόσο επικίνδυνο είναι και για τους δύο, αν κι ο «εθελοντής» διασώστης, δεν έχει τουλάχιστον κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις; Ότι, επίσης, πρέπει να είναι σε αρκετά καλή φυσική κατάσταση προκειμένου να μην πάμε και οι δύο άπατοι;
Φαντάζομαι δεν έχει σημασία.. Σημασία έχει να σωθώ εγώ που πνίγομαι. Κι αν δε γίνεται, παρακαλώ να πνίγουν όλοι μαζί μου.

Όπως προανέφερα, το συγκεκριμένο σχόλιο είναι απλά μια αφορμή.
Πόσοι από εμάς (ειλικρινά) έχουμε την απαίτηση καθημερινά να μας σώσουν οι άλλοι, με όποιο τρόπο μπορούν, γιατί επιλέξαμε «νερά» που δεν καταφέρνουμε να τα κολυμπήσουμε; «Δεν πειράζει που δε θα έχω λεφτά όταν γεράσω, θα με φροντίσουν τα παιδιά μου..Δε θέλω να πιάσω δουλειά χαμηλότερου επιπέδου από αυτή που είχα, θα με φροντίζουν οι γονείς μου, οι φίλοι μου, η σχέση μου..»

Μας είναι τόσο δύσκολο να σκεφτούμε ότι ο μόνος άνθρωπος που «έχουμε στα χέρια μας» και λειτουργεί πάντα όπως εμείς θέλουμε, είναι ο εαυτός μας. Σε αυτόν οφείλουμε και από αυτόν έχουμε να απαιτούμε. Όλο το άλλο είναι κακομαθησιά.
Μήπως χρησιμοποιούμε τους άλλους ως δικαιολογία στην «αδυναμία» που μας έχουν θρέψει, ώστε να πρέπει πάντα να εξαρτόμαστε; Να μπορούμε όταν το «επιθυμητό»/η «ανάγκη» δεν εκπληρώνεται, να τους κατηγορούμε;
Δεν είναι κακό να αποφασίζεις να ρισκάρεις, απλά να έχεις πάρει από πριν την ευθύνη της (όποιας) αποτυχίας σου. Είναι θέμα προσωπικής ευθύνης.